Η «ακτινογραφία» του ψηφοφόρου των δημοτικών εκλογών


Στις 15 Οκτωβρίου όλοι μας θα κληθούμε να επιτελέσουμε το δημοκρατικό μας καθήκον, να αναδείξουμε δηλαδή ελεύθερα τους νέους τοπικούς μας ταγούς, για να μας λύσουν τα πολυποίκιλα προβλήματα της πόλης και της περιοχής μας. Οι νέοι δήμαρχοι επικαλούμενοι τη λαϊκή ετυμηγορία θα εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους, που ενέκρινε η πλειοψηφία των ψηφοφόρων.
Αυτή είναι η θεωρητική πλευρά της εκλογικής διαδικασίας. Στην πράξη είναι τα πράγματα έτσι; Ο ψηφοφόρος ψηφίζει ένα πρόγραμμα, γιατί πιστεύει ότι μ’ αυτό, αν εφαρμοστεί, θα λυθούν τα προβλήματά του; Προσπαθώντας κάποιος να ψυχογραφήσει τον ψηφοφόρο των δημοτικών εκλογών μπορεί να καταλήξει σε διαπιστώσεις, που πολύ απέχουν από αυτό που λέμε ελεύθερη έκφραση της βούλησης.
Οι ψηφοφόροι μπορούν να καταταγούν στις ακόλουθες κατηγορίες:
1. Ψηφοφόρος που ψηφίζει τους φίλους, τους συγγενείς, το σόι του. Σε ένα βαθμό αυτή η απόφασή του είναι δικαιολογημένη, γιατί σε μια κλειστή κοινωνία αυτούς θα έχει πάντα κοντά του, αυτούς θα βλέπει και με αυτούς θα επικοινωνεί περισσότερο. Η επιλογή του όμως αυτή είναι μια ηθική υποχρέωση, ένα χρέος απέναντι σε πρόσωπα οικεία ή κατά βάθος προσδοκεί κάτι από αυτούς; Μη έχοντας εμπιστοσύνη σε πρόσωπα άγνωστα, μήπως οι συγγενείς και οι φίλοι του ψηφοφόρου λειτουργούν πιο αξιόπιστα και πιο φερέγγυα για το συμφέρον του;
2. Ψηφοφόρος που ψηφίζει ιδεολογικά ή κομματικά, γιατί πιστεύει πως αυτός και όλοι όσοι ανήκουν στον ίδιο ιδεολογικό ή πολιτικό χώρο έχουν εκείνες τις θέσεις που, όταν εφαρμοστούν, θα δώσουν λύσεις στα πραγματικά προβλήματα της τοπικής κοινωνίας. Στην ουσία ο ψηφοφόρος αυτός ψηφίζει με βάση το συμφέρον του. Ένα συμφέρον όμως που δεν είναι άμεσο. Απλώς το συμφέρον μετατίθεται για το μέλλον. Βλέπει μελλοντικά να δημιουργούνται συνθήκες για την αλλαγή της κοινωνίας, όπως τη θέλει αυτός, όπως συμφέρει σ’ αυτόν.
3. Ψηφοφόρος που ψηφίζει από συμπάθεια, από «έρωτα» για το πρόσωπο που εκτίθεται σ’ αυτόν. Στην πολιτική υπάρχει η σχέση έρωτος, και πάρα πολλοί ψηφοφόροι επιλέγουν συναισθηματικά πρόσωπα που θέλουν να τα βλέπουν καθημερινά, γιατί αυτό τους ευχαριστεί. Μια ωραία παρουσία έλκει αισθητικά και χαρίζει στον θεατή ή τον ακροατή μια ψυχική ευφορία. Έτσι δεν είναι τυχαίο που αναδεικνύονται πολιτικοί ή δημοτικοί εκπρόσωποι όμορφες και καλλίγραμμες γυναίκες ή αρρενωποί άνδρες. Αρκετοί από αυτούς τους ψηφοφόρους πιστεύουν ακόμη πως το ωραίο που αποτυπώνεται στο πρόσωπο ή στο σώμα του εκπροσώπου θα εκφραστεί και στην πολιτική του συμπεριφορά, γιατί ο ωραίος ή η ωραία θα κάνει κάτι ωραίο και στην άσκηση των πολιτικών του καθηκόντων.
4. Ψηφοφόρος που ψηφίζει καθ’ υπόδειξη. Είναι όλοι εκείνοι που για διάφορους λόγους δεν έχουν άποψη και ζητούν ή απλά δέχονται τι θα τους υποδείξουν οι άλλοι, γιατί αυτοί ξέρουν περισσότερα. Έτσι πολλοί νέοι ψηφίζουν ό,τι τους λένε οι γονείς τους, πολλοί ηλικιωμένοι ό,τι τους λένε τα παιδιά τους και πολλοί ανενημέρωτοι ό,τι τους λένε οι δημοσιογράφοι, οι διανοούμενοι ή απλά οι φίλοι τους. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και όλα τα οργανωμένα μέλη των παραεκκλησιαστικών και παραθρησκευτικών οργανώσεων, που ψηφίζουν με άνωθεν εντολές.
5. Ψηφοφόρος που ψηφίζει από ανάγκη. Πολλοί εργοδότες με την απειλή της απόλυσης υποχρεώνουν τους εργαζόμενους στην επιχείρησή τους να ψηφίζουν εκείνον ή εκείνους τους υποψηφίους που οι ίδιοι κρίνουν χρήσιμους γι’ αυτούς. Από ανάγκη ψηφίζουν και εκείνοι οι ψηφοφόροι, που, αποδεχόμενοι κάποιο ευεργέτημα από πολιτικά πρόσωπα, είναι  δεσμευμένοι να ξεπληρώσουν την ευεργεσία ή κοινώς το ρουσφέτι.
6. Ψηφοφόρος που ψηφίζει για άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος. Σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται εκείνοι που πουλούν την ψήφο τους την ημέρα των εκλογών έναντι ενός συγκεκριμένου τιμήματος. Οι τιμή της ψήφου είναι διαπραγματεύσιμη. Γίνεται ένα παζάρι και συνήθως καρπώνεται την ψήφο εκείνος ο υποψήφιος που δίνει τα περισσότερα. Υπάρχει όμως περίπτωση να πληρώσει κάποιος υποψήφιος, να κοιμηθεί ήσυχος το βράδυ προ των εκλογών, αλλά να ζήσει ένα εφιαλτικό βράδυ εκλογών, όταν θα διαπιστώσει ότι, ενώ πλήρωσε, εξαπατήθηκε. Στα παζάρια και στο εμπόριο κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την αξιοπιστία του συναλλασσόμενου και για την ποιότητα του εμπορεύματος.
Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και εκείνοι οι «Λαδάδες», που θα εξαργυρώσουν την υποστήριξη σ’ έναν υποψήφιο Δήμαρχο μετά τις εκλογές. Είναι αυτοί που ελπίζουν ότι θα κάνουν τις μεγάλες δουλειές του Δήμου, είναι οι εργολήπτες και οι προμηθευτές του Δήμου.
Σε ένα άλλο επίπεδο, πιο χαμηλό, υπάρχουν και αυτοί που θέλουν να εξαργυρώσουν την όποια υποστήριξη στον υποψήφιο Δήμαρχο με μια καλή, μόνιμη και σταθερή δουλειά σε μια Υπηρεσία του Δήμου.
7. Ψηφοφόρος α-πολιτικός. Είναι όλοι εκείνοι που δεν πιστεύουν σε δημοκρατικές διαδικασίες, σε ετυμηγορία του λαού, σε κορυφαία πολιτική πράξη και τα τοιαύτα. Επειδή υποχρεωτικά εντάσσονται μέσα στο κλίμα, που διαμορφώνεται ακούσια γι’ αυτούς, ή γιατί φοβούμενοι τις συνέπειες του νόμου, πηγαίνουν και ψηφίζουν. Ψηφίζουν όμως όπως τους κατέβει εκείνη τη στιγμή. Η απόφασή τους είναι στιγμιαία και καμιά δημοσκόπηση δεν μπορεί να καταγράψει την πραγματική βούλησή τους.
8. Ψηφοφόρος του Λευκού. Είναι εκείνος ο ψηφοφόρος που όλα του φταίνε, για όλα φταίνε οι άλλοι και αυτός θέλει τον εαυτό του να κινείται σε άλλον τόπο και χρόνο, μη καταδεχόμενος να ασχοληθεί με τα στραβά της κοινωνίας του. Η ψήφος του θεωρείται ψήφος διαμαρτυρίας, οι εκλογολόγοι λένε πως πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη το ποσοστό που εκπροσωπούν αυτοί οι ψηφοφόροι και οι πολιτικοί, μετά τις εκλογές, να παίρνουν μέτρα για τον περιορισμό του ποσοστού. Ο ψηφοφόρος αυτός ψηφίζει ουδέτερα, με λευκό, δηλαδή στον βρόντο, για να ικανοποιήσει τον εαυτό του. Η ψήφος του είναι ψήφος εγωκεντρική και πέρα από τον εαυτό του δεν θα δώσει δεκάρα για τους άλλους.
Σε ποια κατηγορία κατατάσσουμε τον εαυτό μας; Είμαστε τόσο ειλικρινείς, ώστε να αποδεχτούμε χαρακτηρισμό ψηφοφόρου μειωτικό για τον εαυτό μας; Συνήθως όλοι μας λέμε πως ψηφίζουμε ιδεολογικά, εντελώς ελεύθερα και χωρίς κανέναν εκβιασμό. Εξ άλλου τι το έχουμε το ρητό «του Έλληνα ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει»; Οι εκλογές είναι κορυφαία πράξη ελευθερίας και κανένας δεν μπορεί να μας ελέγξει, όταν βρεθούμε πίσω από το παραβάν του Εκλογικού Κέντρου.
Μόνον όμως η ψυχή του καθενός μπορεί να ξέρει. Υπάρχει ένας από τον οποίο δεν μπορούμε να κρυφτούμε και αυτός είναι ο εαυτός μας. Οι εκλογές πάντα θα είναι πράξη αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και κάθαρσης.
Η κοινωνία μας τις τρεις πρώτες κατηγορίες των ψηφοφόρων τις αποδέχεται και δικαιολογεί την εκλογική τους συμπεριφορά. Συμφωνούμε όλοι μας ότι έτσι μπορεί κάποιος να σταθεί ηθικά. Αντίθετα όταν ψηφίζει όπως οι ψηφοφόροι των άλλων κατηγοριών, τότε ταπεινώνει τον εαυτό του και απεμπολεί ένα από τα βασικά του ατομικά δικαιώματα, που είναι η ελευθερία έκφρασης της γνώμης του.
Σ’ όλα αυτά όμως υπάρχει μια ψυχρή παραδοχή, έξω από ηθική και από καθωσπρεπισμό. Σε όλες τις περιπτώσεις των ψηφοφόρων το συμφέρον είναι αυτό που τους κατευθύνει. Συμφέρον άμεσο είναι γι’ αυτόν που την ημέρα των εκλογών θα πάρει 30 ή 50 ευρώ, συμφέρον είναι η ψήφος του επιχειρηματία που αναμένει με τρόπο έμμεσο ανάθεση σ’ αυτόν κάποιου έργου από τον Δήμο, συμφέρον έχει αυτός που ψηφίζει τον φίλο του ή το σόι του και συμφέρον τέλος έχει αυτός που ψηφίζει ιδεολογικά ή πολιτικά.
Η κοινωνία μας όμως ψάχνει για αποδιοπομπαίους τράγους, για κακούς και καλούς και στην περίπτωση των ψηφοφόρων τους κακούς τους βρίσκει εύκολα. Είναι αυτοί που πουλούν την ψήφο τους, αυτοί που είναι α- πολιτικοί, αυτοί που ψηφίζουν χωρίς «γραμμή». Και αυτό το επιβάλλει με μεγάλη δόση ανειλικρίνειας, γιατί είναι εύκολο να λέγεται η μισή αλήθεια και πολύ δύσκολο να λέγεται ολόκληρη η αλήθεια.

Κούζας Ιωάννης, Εφημερίδα «Γνώμη» Αλεξανδρούπολης, 29-09-2006